Saturday, September 30, 2006

Σκέψου .. κι εσύ να λείπεις

"Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της, και συ να λείπεις,
να 'ρχονται οι Άνοιξες με πολλά διάπλατα παράθυρα, και συ να λείπεις,
να 'ρχονται τα κορίτσια στα παγκάκια του κήπου με χρωματιστά φορέματα,
και συ να λείπεις,
οι νέοι να κολυμπάνε το μεσημέρι, και συ να λείπεις,
ένα ανθισμένο δέντρο να σκύβει στο νερό, πολλές σημαίες ν' ανεμίζουν στα μπαλκόνια,
και συ να λείπεις,
κι ύστερα ένα κλειδί να στρίβει- η κάμαρα να 'ναι σκοτεινή,
δυο στόματα να φιλιούνται στον ίσκιο, και συ να λείπεις,
σκέψου δυο χέρια να σφίγγονται, και σένανε να σου λείπουν τα χέρια,
δυο κορμιά να παίρνονται, και συ να κοιμάσαι κάτου απ' το χώμα,
και τα κουμπιά του σακακιού σου ν' αντέχουν πιότερο από σένα
κάτου απ' το χώμα κι η σφαίρα η σφηνωμένη στην καρδιά σου να μη λιώνει,
όταν η καρδιά σου, που τόσο αγάπησε τον κόσμο, θα 'χει λιώσει".
Να λείπεις- δεν είναι τίποτα να λείπεις.
Αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει,
θα 'σαι για πάντα μέσα σ' όλα εκείνα που γι' αυτά έχεις λείψει,
θα 'σαι για πάντα μέσα σ' όλο τον κόσμο".

Γιάννης Ρίτσος
ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΤΟΥ.
«Είσαι Δική μου, είμαι Δικός Σου! Αυτό μονάχα με γεμίζει, αυτό μονάχα με στυλώνει, αυτό μονάχα με κρατάει στη γη! Οι ρίζες του είναι μας είναι μπλεγμένες κάτου από το χώμα κι ολοένα μπλέχονται και σμίγουνε κι αναζητιώνται και τυλίγονται και πιάνονται κι ένας χυμός μονάχα ανηφορίζει βουίζοντας στις φλέβες μας κι ένας καημός ανοίγει αδιάκοπα σ' αυτό το χωρισμό την αγκαλιά μας! Α, πώς δουλεύει μέρα - νύχτα μέσα μου, στο σώμα μου όλο, από τα νύχια στην κορφή, αυτή η αδιάκοπη αναζήτηση του νου μου για το νου Σου, των ματιών μου για τα μάτια Σου, της πνοής μου για την πνοή Σου, των ριζών μου για τις ρίζες Σου. Ούτε δευτερόλεπτο δεν σταματά η αδιάκοπη, η ακοίμητη αίσθησή της. Και μήτ' έχω μέσα μου άλλη αίσθηση ζωής! Να Σε ζητώ μ' όλες τις ίνες μου όλες τις στιγμές, να κολυμπάω αντίστροφα στο ρέμα της απόστασης για να Σε 'γγίξω. Αυτή είναι τώρα η φοβερή, η ακοίμητη, η απόλυτη ζωή μου. Και θα τη ζήσω, όσο που ρίζες, κλώνοι και κορμός θα γίνουν αιώνια Ενα κι η πνοή του Σύμπαντος στα φρένα μας μια μόνη Μουσική...»
(2 Ιουλίου 1939, Αθήνα).
Αγγελος Σικελιανός
ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑΣ...

Φτάνει η σιωπή να μου απαντά, όταν τριγύρω τα πάντα φωνάζουν,
σα τον ήλιο που τη βροχή συναντά, και σιωπηλά τις ώρες μοιράζουν.
Φτάνει η σιωπή, για όσο θα στέκεσαι εκεί, φτάνει αυτή και τίποτα άλλο.
Γίνεται λέξεις, στο στόμα φιλί, κι είναι παρέα καλή σε ταξίδι μεγάλο.

Φτάνει μονάχα η σιωπή και συ που στέκεσαι εκεί.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο κόσμος γλίστρησε απάνω μου απόψε και χάθηκε,
βαρύς, ασήκωτος, στενόχωρος κι αστείος.
Κάτι σα γέλιο μου φύγε και στο λαιμό μου στάθηκε
σα ξένο ψέμα που μπερδεύτηκε τελείως
μες στη φωνή μου κι η στιγμή μου ξεκούρδιστη
με τυραννάει και με κοιτά κατάματα
που την αφήνω για να σου γράψω ατραγούδιστη,
αλλά όμως σήμερα θα γράψω χίλια γράμματα.
Θέλω να γράψω κάτι άλλο απόψε,
το πιο θλιμμένο τραγούδι χαρισμένο σε σένα.
Τι κι αν θέλει να φύγει ο χρόνος, κόψε το χρόνο κόψε·
έχω μια λύπη δεμένη με μένα.
Μια λύπη που έρχεται σα σύννεφο
κι αράζει ξαφνικά σαν υφαντό από σκόνη να μου θυμίζει τάχα
τα θολωμένα που ’χω ακόμα στη ψυχή μου μερικά.
Δεν έχω άλλο να σου πω παρά μονάχα…
Τι χαρά που παίρνω, όταν ακούω ένα τραγούδι δικό σου,
όταν ζω μέσα στ’ όνειρό σου κι όταν με κοιτάς.
Τι χαρά που παίρνω κι όταν γελάς.
Όταν γελάς σ’ ακούω, μα η χαρά μου
γίνεται λύπη κι αργοχάνεται σαν μια του ήλιου αχτίδα
που παίζει στο νερό και ξάφνου από μπροστά μου,
σβήνει το λιόγερμα στον ουρανό κουκίδα.
Όλα κουβάρι τυλιγμένα και κόμποι
κι ένα δάκρυ που δε θέλει να βγει.
Βγαίνει βλαστήμια κι αναρωτιούνται οι ανθρώποι,
τι αλήθεια θέλει η καρδιά μου να πει…
Τι χαρά που παίρνω, βαριά και γέρνω στη γη ν’ ακουμπήσω·
και την πικραίνω ξανά, αν αφήσω να μη με κοιτάς.
Τι χαρά που παίρνω, όταν δε ξεχνάς.
Κι όλα τα λόγια σου από τότε κάθε βράδυ τα σημαδεύω ένα ένα μη χαθούν,
τα στεριώνω στα τυφλά μες στο σκοτάδι,
μη μου τα πάρει η λύπη μου κι οι κόμποι λυθούν.
Τι χαρά που παίρνω, όταν ακούω ένα τραγούδι δικό σου,
γίνομαι αχτίδα κι εγώ απ’ το φως σου και με σκορπάς.
Τι χαρά που παίρνω, όταν απλά μ’ αγαπάς. ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Χωρίς να θέλω μέσα μου σκέψεις σωρό,
μένουν εκεί, μεστώνουν με τον καιρό.
Φίλος ή εχθρός αν είναι, κάτι θα ζητήσει,
δε μένει εδώ κανείς πια, να μέ εξηγήσει.

Friday, September 29, 2006


Όταν επιστρέφω
Δεν έχει σημασία πόσο έλειψα.
Που ήμουν…
Σημασία έχει,
Τι δεν έμαθα,
Τι συνέβη κατά την διάρκεια της απουσίας μου …
Και όταν το ανακαλύψω… ακόμη κι όταν απλά το νιώσω…

Άλλοτε αναρωτιέμαι,
Γιατί έπρεπε να είμαι μακριά
Κι άλλοτε

Γιατί επέστρεψα…
" Έναν πολύτιμο άνθρωπο έχεις χάσει.
Τ' ότι έφυγε από σένα, δεν είναι απόδειξη
ότι πολύτιμος δεν είναι.
Μα παραδέξου το: Εναν πολύτιμο άνθρωπο έχεις χάσει.
Έναν πολύτιμο άνθρωπο έχεις χάσει.
Έφυγε από σένα, γιατί υπηρετούσες μια καλή υπόθεση.
Κι αυτός πήγε μια τιποτένια να υπηρετήσει.
Παραδέξου το, όμως:
Έναν πολύτιμο άνθρωπο έχεις χάσει."

Μπέρτολντ Μπρεχτ
" 'Οταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι,
ο νους μου πάει στους τσαλακωμένους,
σ' αυτούς που ώρες στέκονται σε μια ουρά,
έξω από μια πόρτα
ή μπροστά σ' έναν υπάλληλο,
κι εκλιπαρούν με μια αίτηση στο χέρι
για μια υπογραφή,
για μια ψευτοσύνταξη.
'Οταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι,
γίνομαι ένα με τους τσαλακωμένους."


" Τώρα που σ' έχω διαγράψει απ' την καρδιά μου,
ξαναγυρνάς όλο και πιο πολύ επίμονα,
όλο και πιο πολύ τυραννικά.
Δεν έχουν έλεος τα μάτια σου για μένα,
δεν έχουν τρυφερότητα τα λόγια σου,
τα δάχτυλά σου έγιναν τώρα πιο σκληρά,
έγιναν πιο κατάλληλα για το λαιμό μου."


"Να σου γλείψω τα χέρια,
να σου γλείψω τα πόδια,
–η αγάπη κερδίζεται με την υποταγή.
Δεν ξέρω πως αντιλαμβάνεσαι εσύ
τον έρωτα.
Δεν είναι μόνο μούσκεμα χειλιών,
φυτέματα αγκαλιασμάτων στις μασχάλες,
συσκότιση παραπόνου,
παρηγοριά σπασμών.
Είναι προπάντων επαλήθευση της μοναξιάς μας,
όταν επιχειρούμε να κουρνιάσουμε
σε δυσκολοκατάχτητο κορμί."


"Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας,
κι έχετε ένα χέρι να σας σφίγγει τρυφερά,
έναν ώμο ν' ακουμπάτε την πίκρα σας,
ένα κορμί να υπερασπίζει την έξαψή σας,
κοκκινίσατε άραγε για την τόση ευτυχία σας,
έστω και μια φορά;
Είπατε να κρατήσετε ενός λεπτού σιγή
για τους απεγνωσμένους;"


"Ανοίγεις και κλείνεις σα λουλούδι.
Έρχομαι - μουδιασμένος με υποδέχεσαι,
κρατάς τα μάτια επίμονα χαμηλωμένα,
ύστερα λίγο λίγο ξεθαρρεύεις,
αρχίζεις να μιλάς με τρυφεράδα,
τα μάτια χρωματίζεις με ιλαρότητα,
ω πόσο εγκάρδια έγινε η κάμαρη,
δε θέλω γλύκισμα,
η κουβέντα σου μου αρκεί.
Μα αν ξεχαστώ και κοιτάξω το ρολόι,
και δείξω μέριμνα για τις δουλειές του κόσμου,
σβήνεις σιγά σιγά την ομιλία,
αρχίζεις να μουδιάζεις λίγο-λίγο,
σα να 'μουν ξένος με αποχαιρετάς,
και κλείνεις,
κλείνεις σα λουλούδι."

Ντίνος Χριστιανόπουλος





ΣΥΡΤΑΡΙΑ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ;

Μέσα μου έχω ένα ατακτοποίητο συρτάρι,όλα άνω-κάτω. Δεν ξέρω πια πως να πράξω,πως να συμπεριφερθώ αλλά το πρόβλημα είναι πως δεν ξέρω πως νιώθω...πρέπει να κάνω κάτι γι'αυτο,δεν αντέχω άλλο την ακαταστασία μου.Θέλω να είμαι χρήσιμη και αποτελεσματική.Θα βάλω πρόγραμμα,τάξη.Αλλού τα άχρηστα,αλλού τα χρήσιμα.Ξεκινάω. με τα παλιά...Θυμήθηκα ένα τραγούδι! " Όλο το σώμα μου συρτάρια κι όλα ανοιχτά στα όριά τους, κομμάτια οι νύχτες κεχριμπάρια,πολλές ζωές, πολλούς θανάτους...Σπρώχτε με πίσω στη ζωή, κάθε συρτάρι και πληγή-σιγύρισέ με...Κρατάω στα δόντια μυστικά δε θέλω χέρια βιαστικά-καθάρισέ με..." Όλη η ζωή μου τραγούδια.Τραγούδι για τη χαρά,τραγούδι για τη λύπη,τη βλακεία,τον χωρισμό,το θυμό,την πίκρα...Μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι;Ωχ! και άλλο τραγούδι! "Απόψε το τραγόυδι θα γίνει αγκαλιά που θα χωράει εσένα και ας είσαι μακρυά..."Για να καταλάβεις το μέγεθος της παραφροσύνης μου...γράφω μηνύματα,κατεβατά ολόκληρα και τα αποθηκεύω στα "πρόχειρα".Μηνύματα που έχουν αποστολέα πάντα εσένα.Άλλωτε τρυφερά,άλλωτε θυμωμένα.Ελέγχω τις αντοχές μου...δεν θα τα λάβεις ποτέ αυτά τα μηνύματα,αυτός είναι ο στόχος.Τελευταίο μήνυμα...Χα! Τραγούδι..."Τι φοβήθηκες ψυχή μου; Που θα μείνω μοναχή μου ή το δρόμο που θα ταξιδέψω; Έχω τόσο πόνο ακομά να ξοδέψω,έχω και τα λάθη μου μαζί μου..."

Thursday, September 21, 2006

Μακριά σου
είμαι μονάχα ένα πέρασμα στιγμών.
Εχθρικών.
Σέρνονται
σιωπηλές κι ανήμπορες
μες στην ψυχή μου.
Θέλω να τους δώσω ήχο να τις ακούσεις.
Ν’ ακούσεις τις στιγμές
της απουσίας σου…



ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ...

Τα ράστα.

Τους τελευταίους μήνες δεν νιώθω να είμαι εγω. Όταν συνειδητοποίησα πως στη ζωή μου δεν υπάρχει πια το Νικάκι μου,ήταν σαν να έμαθα πως κουβαλάω μια ανίατη ασθένεια.Ένιωσα τις δυνάμεις μου με εγκαταλείπουν,ένιωθα άρρωστη.Κυριολεκτικά. Πονούσα το σώμα μου.Για πρώτη φορά στη ζωή μου χρησιμοποίησα την φράση "δεν μπορώ να φάω, δεν πάει τίποτα κάτω" και ξάφνιάστηκα ακόμη και γω που το άκουσα! Τότε κατάλαβα πως δεν ήταν όπως όλες τις φορές, αν ήταν ένας απλός,συνηθισμένος πόνος θα έβρισκα "παρηγοριά" στο φαγητό,τώρα όμως τίποτα δεν με παρηγορει.
Δεν τον αντέχω τον πόνο. Εσύ το ξέρεις. Ειδικά αυτή την περίοδο ψάχνω αφορμή να ξεσπάσω σε κλάμματα. Οπότε αποφεύγω τον πόνο συνειδητά.Κάποιο βράδυ ο Γιάννης παρατήρησε κάτι στα μαλλιά μου!
-Ρε, μου λέει, έχεις ράστα!
Έπιασα στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου και όντως είχα μια ράστα τούφα! Αποφεύγω να χτενίζω τα μαλλιά μου. Μονάχα κάθε που λούζομαι, τα χτενίζω προσεκτικά, μετά τα αφήνω και δεν τα ενοχλώ. Δεν θέλω να πονέσω.
Οπότε το ίδιο βράδυ που γύρισα σπίτι πήρα το ψαλίδι και...

Εγκράτεια.

Είχα κλείσει από μέρες ραντεβού με τον κτηνίατρο για να στειρώσω τον Willy. Όταν έφτασε το Σάββατο και ενώ τον είχα στο αμάξι άρχισα να το ξανασκέφτομαι. Τελικά τον πήγα, τον άφησα και μετά από 1 ώρα θα τον έπαιρνα. Μόλις πήρα στα χέρια μου το κλουβάκι του και τον είδα λιπόθυμο με την γλώσσα έξω, τα 'χασα. Ήταν σαν τα άμοιρα τα κατσικάκια στις βιτρίνες των κρεοπωλείων το Πάσχα. Έβαλα τα κλάμματα και έφυγα βιαστικά. Στην διαδρομή για το σπίτι σκεφτόμουν πως του έκανα κακό.Γιατί; Τι μου είχε φταίξει; Με ποιό δικαίωμα παρεμβαίνω εγώ στη ζωή του τόσο βάναυσα; Τελικά μόνο κακό κάνω στους γύρω μου...Μ'αυτες τις θολές σκέψεις στο μυαλό πήρα το κινητό στα χέρια μου. "Θα πάρω το Νικάκι" σκέφτηκα, "δεν μπορώ να το περάσω αυτό μόνη μου", "και αν πεθάνει;". Τον κοίταξα ξανά και τότε άνοιξε τα μάτια του και με κοίταξε! Σαν να μου έλεγε "είμαι καλά, μην ανησυχείς". Άφησα το κινητό απ'τα χέρια. "Ας μην τον ενοχλήσω καλύτερα, πρέπει να φανώ δυνατή."

Tuesday, September 19, 2006

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΚΟΥΣΕΙΣ ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ...

ΑΒΑΤΟ-ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΗΒΑΙΟΣ

Δεν είν’ αλήθεια
πως άνοιξε η πόρτα
και μπήκε στο σκοτάδι
του κήπου η ευωδιά
απ’τα υγρά τα χόρτα
Δεν ειν’ αλήθεια
στο άβατο αυτό
που έσβηνε η ζωή μου
πως άναψε στα χείλια
κρυφό φιλί καυτό
Μαλλιά βρεγμένα
δάχτυλα μπλεγμένα
το φως που ξημερώνει
η αγάπη που λυτρώνει

Στη θάλασσα, να κρυφτούμε στη θάλασσα
να χαθούμε στη θάλασσα μαζί

Δεν είν’ αλήθεια
πως είδαμε τ’ αστέρια
μαζί με το φεγγάρινα κρέμονται γλυκά
απ’των κλαδιών τα χέρια
Κι αν είν’ αλήθεια
πως ήρθε καλοκαίρι
ο ήλιος ο ζεστός
μας πήρε μια για πάντα
απ’ της βροχής τα μέρη
Μαλλιά βρεγμένα
δάχτυλα μπλεγμένα
το φως που ξημερώνει
η αγάπη που λυτρώνει

Στη θάλασσα, να κρυφτούμε στη θάλασσα
να χαθούμε στη θάλασσα μαζί.
ΔΙΨΑ ΓΙΑ ΠΟΙΗΣΗ...


ΜΟΝΟ ΣΕ ΜΕΝΑ

«Εγώ δεν είμαι μόνο αυτός που βλέπεις,

εγώ δεν είμαι μόνο αυτό που ξέρεις.
Δεν είμαι μόνο αυτός που θα’ πρεπε να μάθεις.
Κάθε επιφάνεια της σάρκας μου
και κάπου τη χρωστάω.
Αν σ’ αγγίζω με την άκρη των δαχτύλων μου,
σ’ αγγίζουν εκατομμύρια άνθρωποι.
Αν σου μιλήσει μια λέξη μου,
σου μιλάνε εκατομμύρια άνθρωποι.
Θα αναγνωρίσεις άραγε τα άλλα κορμιά
που πλάθουν το δικό μου;
Θα βρεις τις πατησιές μου
μέσα σε μυριάδες χνάρια;
Είμαι και ό,τι έχω υπάρξει,
ό,τι έχω υπάρξει και πια δεν είμαι.
Τα πεθαμένα μου κύτταρα,
οι πεθαμένες μου πράξεις,
οι πεθαμένες τύψεις μου.
Γυρνάνε τα βράδια να ξεδιψάσουνε
από το αίμα μου.
Είμαι ό,τι δεν έχω γίνει ακόμα...
Μέσα μου σφυροκοπάει
η σκαλωσιά του μέλλοντος.
Είμαι ό,τι πρέπει να γίνω.
Γύρω μου οι φίλοι απαιτούν,
Οι εχθροί απαγορεύουν .
Μη με γυρέψεις αλλού!
Μονάχα εδώ να με γυρέψεις . . .
Μόνο σε μένα…»


ΤΑ ΜΗ ΛΕΧΘΕΝΤΑ

Τα πράγματα που οι άνθρωποι
και οι περιστάσεις έλεγα πως δεν μ'άφηναν
να ξεστομίσω
άραγε είχαν πάρει οριστικό περίγραμμα
ή έσβηναν πριν κάν σχηματιστούν
μέσα σε νοερές,
μεταβαλόμενες επαναλήψεις;


ΑΝΤΟΧΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

Ίσως από το σώμα
εκείνο που περισσότερο ξεχνιέται
να είναι η ηδονή.


ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ

Οι απέραντες εκτάσεις
μετρημένες μ'έτη φωτός,
δεν μου λένε τίποτα.
Εσύ ήσουνα λίγα μέτρα μακριά
και δεν μπορούσα να σ'αγγίξω
σαν απλησίαστο απλανή αστέρα.


Τίτος Πατρίκιος

Friday, September 15, 2006

Στης προβολής να τρέχουν βλέπαμε τους χάρτες
του Chagall άλογα-τσίρκο του Seurat.


Χωρίς
Πόσο μόνη θα νοιώθει αυτή η λέξη…Αγκαλιά θα την πάρω απόψε,
παρηγοριές να της χαρίσω να μην πονά.
Αν θες, έλα κι εσύ. Κοίτα τι όμορφη πρόταση φτιάχνουμε οι τρείς μας…
Εγώ, χωρίς, εσένα.


ΔΕΝ Σ' ΑΓΑΠΩ

Δε σ' αγαπώ σαν να 'σουν ρόδο αλατιού,
τοπάζι, σαίτα από γαρούφαλα
που τη φωτιά πληθαίνουν:
σ' αγαπώ ως αγαπιούνται κάποια πράγματα σκούρα,
μυστικά, μέσ' από την ψυχή και τον ίσκιο.
Σ' αγαπώ καθώς κάποιο φυτό που δεν ανθίζει,
μα που μέσα του κρύβει το λουλουδόφως όλο,
και ζει απ' τον έρωτά σου σκοτεινό στο κορμί μου
τ' άρωμα που σφιγμένο μ' ανέβηκε απ' το χώμα.
Σ' αγαπώ μη γνωρίζοντας πώς,
από πού και πότε,
σ' αγαπώ στα ίσια δίχως πρόβλημα ή περηφάνια:
σ' αγαπώ έτσι γιατί δεν ξέρω μ'άλλον τρόπο,
παρά μ' ετούτον όπου δεν είμαι μήτε είσαι,
που το χέρι σου πάνω μου το νιώθω σα δικό μου,
που όταν κοιμάμαι κλείνουν και τα δικά σου μάτια.

ΠΟΙΟΙ ΑΓΑΠΗΘΗΚΑΝ ΟΠΩΣ ΕΜΕΙΣ;

Ποιος αγαπήθηκε όπως εμείς;
Να ψάξουμε τις παλιές στάχτες
της καμμένης καρδιάς
κι εκεί να πέσουν ένα-ένα τα φιλιά μας
μέχρι να αναστηθεί το ακατοίκητο λουλούδι.
Εγώ σε θυμόμουνα
με την ψυχή σφιγμένη
από εκείνη τη θλίψη μου που εσύ ξέρεις.
ΠΡΙΝ ΣΕ ΑΓΑΠΗΣΩ
Πριν σε αγαπήσω, τίποτα δεν ήταν δικό μου:
όλο βωλόδερνα στους δρόμους:
τίποτα αξία κι όνομα δεν είχε:
έλπιζε ο κόσμος μόνο στον αέρα.
Είχα γνωρίσει σταχτερά σαλόνια,
τούνελ κατοικημένα απ' το φεγγάρι,
στέγαστρα άπονα που αποχαιρετιόνταν,
ερωτήσεις που επέμεναν στην άμμο.
Βουβά ήταν όλα, πεθαμένα κι άδεια,
πεσμένα, ξεπεσμένα κι αφημένα,
ήταν αναλλοτρίωτα όλα ξένα,
όλα ήταν κανενός κι όλα των άλλων,
ώσπου η φτώχεια σου κι η ομορφιά σου
γέμισαν το φθινόπωρο με δώρα.

ΘΑ ΞΕΡΕΙΣ ΠΩΣ ΔΕ Σ' ΑΓΑΠΩ

Θα ξέρεις πως δε σ' αγαπώ
και πως σ' αγαπώ
αφού η ζωή μας δυο έχει τρόπους,
η λέξη είναι φτερούγα της σιωπής,
έχει η φωτιά το 'να μισό από κρύο.
Σ' αγαπώ για να σ'αγαπήσω πάλι,
τ' άπειρο για να ξαναρχίσω
κι απ' το να σ'αγαπώ για να μην πάψω:
γι' αυτό κι εγώ δε σ' αγαπώ ακόμα.
Σ' αγαπώ και δε σ' αγαπώ
σα να 'χα στα χέρια τα κλειδιά της ευτυχίας
κι ένα δύστυχο αβέβαιο πεπρωμένο.
Δυο ζωές να σ' αγαπω η αγάπη μου έχει.
Γι' αυτό όχι μόνον όταν σ' αγαπάω
μα σ' αγαπώ κι όταν δεν σ' αγαπάω.

"Κι αν δεν προσμένεις να με δεις,
Κι εγώ εγώ πως θα ξανάρθεις,
εσύ του πρώτου ονείρου μου
γλυκύτατη πνοή
Αιώνια θα το τραγουδώ,
αιώνια θα το τραγουδώ
κι εσύ δε θα το μάθεις,
πως οι στιγμές που μου 'δωσες
αξίζουν μια ζωή..."