Saturday, September 30, 2006

ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑΣ...

Φτάνει η σιωπή να μου απαντά, όταν τριγύρω τα πάντα φωνάζουν,
σα τον ήλιο που τη βροχή συναντά, και σιωπηλά τις ώρες μοιράζουν.
Φτάνει η σιωπή, για όσο θα στέκεσαι εκεί, φτάνει αυτή και τίποτα άλλο.
Γίνεται λέξεις, στο στόμα φιλί, κι είναι παρέα καλή σε ταξίδι μεγάλο.

Φτάνει μονάχα η σιωπή και συ που στέκεσαι εκεί.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο κόσμος γλίστρησε απάνω μου απόψε και χάθηκε,
βαρύς, ασήκωτος, στενόχωρος κι αστείος.
Κάτι σα γέλιο μου φύγε και στο λαιμό μου στάθηκε
σα ξένο ψέμα που μπερδεύτηκε τελείως
μες στη φωνή μου κι η στιγμή μου ξεκούρδιστη
με τυραννάει και με κοιτά κατάματα
που την αφήνω για να σου γράψω ατραγούδιστη,
αλλά όμως σήμερα θα γράψω χίλια γράμματα.
Θέλω να γράψω κάτι άλλο απόψε,
το πιο θλιμμένο τραγούδι χαρισμένο σε σένα.
Τι κι αν θέλει να φύγει ο χρόνος, κόψε το χρόνο κόψε·
έχω μια λύπη δεμένη με μένα.
Μια λύπη που έρχεται σα σύννεφο
κι αράζει ξαφνικά σαν υφαντό από σκόνη να μου θυμίζει τάχα
τα θολωμένα που ’χω ακόμα στη ψυχή μου μερικά.
Δεν έχω άλλο να σου πω παρά μονάχα…
Τι χαρά που παίρνω, όταν ακούω ένα τραγούδι δικό σου,
όταν ζω μέσα στ’ όνειρό σου κι όταν με κοιτάς.
Τι χαρά που παίρνω κι όταν γελάς.
Όταν γελάς σ’ ακούω, μα η χαρά μου
γίνεται λύπη κι αργοχάνεται σαν μια του ήλιου αχτίδα
που παίζει στο νερό και ξάφνου από μπροστά μου,
σβήνει το λιόγερμα στον ουρανό κουκίδα.
Όλα κουβάρι τυλιγμένα και κόμποι
κι ένα δάκρυ που δε θέλει να βγει.
Βγαίνει βλαστήμια κι αναρωτιούνται οι ανθρώποι,
τι αλήθεια θέλει η καρδιά μου να πει…
Τι χαρά που παίρνω, βαριά και γέρνω στη γη ν’ ακουμπήσω·
και την πικραίνω ξανά, αν αφήσω να μη με κοιτάς.
Τι χαρά που παίρνω, όταν δε ξεχνάς.
Κι όλα τα λόγια σου από τότε κάθε βράδυ τα σημαδεύω ένα ένα μη χαθούν,
τα στεριώνω στα τυφλά μες στο σκοτάδι,
μη μου τα πάρει η λύπη μου κι οι κόμποι λυθούν.
Τι χαρά που παίρνω, όταν ακούω ένα τραγούδι δικό σου,
γίνομαι αχτίδα κι εγώ απ’ το φως σου και με σκορπάς.
Τι χαρά που παίρνω, όταν απλά μ’ αγαπάς. ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Χωρίς να θέλω μέσα μου σκέψεις σωρό,
μένουν εκεί, μεστώνουν με τον καιρό.
Φίλος ή εχθρός αν είναι, κάτι θα ζητήσει,
δε μένει εδώ κανείς πια, να μέ εξηγήσει.

0 Comments:

Post a Comment

<< Home