Φλέγομαι κι όμως δεν καίγομαι Θέλω νερό Και στα μάτια σου Δεν υπάρχει νερό Μόνο πέτρα
Κανείς Ο δρόμος Mακρύς και άδειος δρόμος. Βαδίζω στο σκοτάδι, σκοντάφτω και πέφτω. Σηκώνομαι και βαδίζω τυφλός, τα πόδια μου πατούν στις πέτρες και στα ξεραμένα φύλλα Κάποιος πίσω μου βαδίζει αυτός πάνω στις πέτρες και στα φύλλα. Αν τρέξω, τρέχει κι αυτός. Γυρίζω κανείς. Όλα σκοτεινά και άδεια Γυρίζω και ξαναγυρίζω σε αυτά τα στενά που δεν βγάζουν πάντα στο δρόμο. Κανείς δεν με περιμένει, κανείς δεν ακολουθεί. Ψάχνω έναν άνθρωπο που σκοντάφτει. Σηκώνεται μόλις με δει και λέει: κανείς.